Το υπερηχογράφημα των έσω γεννητικών οργάνων μελετά τόσο τη μήτρα όσο και τα εξαρτήματά της (ωοθήκες και σάλπιγγες). Μπορεί να γίνει ενδοκολπικά ή υπερηβικά (αφού η εξεταζόμενη γεμίσει την ουροδόχο κύστη).
Το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα έχει πολλά πλεονεκτήματα. Γίνεται με κενή την ουροδόχο κύστη. Είναι απλή, εύκολη και ανώδυνη εξέταση. Έχει μεγαλύτερη ευκρίνεια και αναδεικνύει τα όργανα με μεγαλύτερη λεπτομέρεια. Μπορούν να εξεταστούν γυναίκες που δυσκολεύονται να γεμίσουν την ουροδόχο κύστη ενώ η διακολπική απεικόνιση είναι πολύ καλύτερη στις παχύσαρκες γυναίκες ή αυτές που έχουν οπίσθια κάμψη μήτρας. Υπάρχει δυνατότητα πολλών ειδικών εφαρμογών όπως το έγχρωμο Doppler ή η τρισδιάστατη απεικόνιση (3D), η υπερηχογραφική υστεροσαλπιγγογραφία ή η λήψη ωαρίου στην εξωσωματική γονιμοποίηση.
Όμως κάθε συζήτηση που αφορά στο υπερηχογράφημα των έσω γεννητικών οργάνων πρέπει να περιλαμβάνει και τον υπερηβικό έλεγχο. Είναι προφανές ότι παιδιά και ορισμένες ενήλικες εξεταζόμενες δεν μπορούν να κάνουν ενδοκολπικό υπερηχογράφημα. Πολύ μεγάλες μάζες δεν μπορούν να απεικονιστούν μόνο με το διακολπικό έλεγχο ενώ πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι στην περιοχή αυτή υπάρχουν και άλλες παθολογικές οντότητες εκτός από τις γυναικολογικές όπως π.χ. έκτοποι νεφροί. Σε περίπτωση που υπάρχει μια γυναικολογική μάζα ειδικά εάν είναι ύποπτη για κακοήθεια η εξέταση πρέπει να συμπληρώνεται με έλεγχο και άλλων οργάνων όπως του ήπατος και των νεφρών, τον έλεγχο για ασκιτικό ή πλευριτικό υγρό.
Όταν η εξέταση γίνεται με σύγχρονο και πλήρη εξοπλισμό από έμπειρο και εξειδικευμένο υπερηχογραφιστή αυτός εκτιμά το διαγνωστικό πρόβλημα και επιλέγει τη μέθοδο που θα χρησιμοποιήσει για να επιτύχει το μέγιστο διαγνωστικό αποτέλεσμα.
Από το 1970 που η υπερηχοτομογραφία εφαρμόζεται κλινικά αποτέλεσε το κυριότερο όπλο της απεικόνισης της μήτρας και των ωοθηκών. Αντίθετα με την λανθασμένη κοινή αντίληψη το τεστ ΠΑΠ δεν διαγιγνώσκει τον καρκίνο των ωοθηκών, αφορά αποκλειστικά και μόνο τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Οι καλοήθεις γυναικολογικοί όγκοι προκαλούν συχνά συμπτώματα και οδηγούν τη γυναίκα να αναζητήσει θεραπεία. Αντίθετα, οι κακοήθεις όγκοι και ειδικά ο καρκίνος των ωοθηκών δεν εμφανίζουν πρώιμες ενδείξεις. Σε ποσοστό που φτάνει το 80% ανακαλύπτεται σε προχωρημένο στάδιο.
Από τη διεθνή βιβλιογραφία δεν προτείνεται σαφώς μαζικός προληπτικός έλεγχος για τον καρκίνο των ωοθηκών, αν και σε μελέτες που έχουν δημοσιευτεί αναγνωρίζεται το γεγονός ότι οι καρκίνοι που αναγνωρίστηκαν ήταν σε μεγάλο ποσοστό πρώιμοι. Συνήθως προτείνεται να γίνεται στις γυναίκες άνω των 35 ετών μία φορά ετησίως. Υπάρχουν όμως ομάδες γυναικών στις οποίες ο προληπτικός έλεγχος επιβάλλεται αυστηρά. Αυτές είναι:
- οι γυναίκες που έχουν Ca μαστού, μήτρας, ωοθηκών ή εντέρου,
- οι στενοί συγγενείς τους ειδικά εάν οι πάσχουσες έχουν νοσήσει σε νεαρή ηλικία,
- οι γυναίκες που έχουν γενετική προδιάθεση (BRCA1/BRCA2),
- οι γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση, ορμονική υποκατάσταση ή πάσχουν από ενδομητρίωση.
Η εξέταση των έσω γεννητικών οργάνων είναι προσιτή, απλή, και τις περισσότερες φορές διαγνωστική αρκεί να γίνεται από έμπειρο και εξειδικευμένο εξεταστή.